Περιστατικό 1

Επιπλεγμένη λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα αυτόχθονος μιτροειδούς βαλβίδας σε νεαρή ασθενή: Η αξία της απεικόνισης στη διάγνωση και την αντιμετώπιση της ενδοκαρδίτιδας και των εξωκαρδιακών επιπλοκών

Μοσχοβίδης Βασίλειος1, Κανταρτζή Βασιλική1, Πιλαλίδου Άννα1, Κλέττας Δημήτριος2, Σαχπεκίδης Βασίλειος1

1Β’ Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης Παπαγεωργίου

 

2Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών Ιπποκράτειο

Γυναίκα 33 ετών προσήλθε στο τμήμα επειγόντων περιστατικών λόγω εμπυρέτου από ημερών και αδυναμίας αριστερού άνω άκρου, με συνοδό παρουσία δερματικών βλαβών (πετέχειες, βλάβες Janeway, οζίδια Osler) άκρων χειρών και ποδών. Προ μηνός είχε υποβληθεί σε οδοντιατρική επέμβαση, χωρίς λήψη αντιβιοτικής αγωγής. Η ηχωκαρδιογραφική εξέταση, αρχικά με διαθωρακική [βίντεο 1 και 2] και ακολούθως με διοισοφάγειο μελέτη [βίντεο 3-6, εικόνα 1],

Βίντεο 1. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα, κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων: Παρουσία εκβλαστήσεων στη μιτροειδή βαλβίδα

Βίντεο 2. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα με τη χρήση έγχρωμου doppler, κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων: Ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδας

Βίντεο 3. Διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα, μεσο-οισοφαγική τομή 4 κοιλοτήτων: Παρουσία κινητών ευμεγέθων εκβλαστήσεων στη μιτροειδή βαλβίδα. Αριστερή κοιλία φυσιολογικού μεγέθους, υπερδυναμική με καλή συσταλτικότητα

Βίντεο 4. Διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα, μεσο-οισοφαγική τομή στο επίπεδο των συνδεσμικών γλωχίνων της μιτροειδούς (midesophageal bicommissural view): Διάτρηση του P3 scallop της μιτροειδούς βαλβίδας

Βίντεο 5. Διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα με τη χρήση έγχρωμου doppler, μεσο-οισοφαγική τομή στο επίπεδο των συνδεσμικών γλωχίνων της μιτροειδούς (midesophageal bicommissural view): Διάτρηση του P3 scallop της μιτροειδούς βαλβίδας με σημαντικού βαθμού έκκεντρη ανεπάρκεια της βαλβίδας

Βίντεο 6. 3D διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα, θέαση της μιτροειδούς από τον αριστερό κόλπο (LA surgical view): Παρουσία δύο ευμεγέθων εκβλαστήσεων στα scallop P3 και A3 της μιτροειδούς βαλβίδας

Εικόνα 1. Διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα μεσο-οισοφαγική τομή 4 κοιλοτήτων: Παρουσία δύο ευμεγέθων εκβλαστήσεων στην κολπική επιφάνεια της γλωχίνων της μιτροειδούς βαλβίδας

ανέδειξε την παρουσία δύο εκβλαστήσεων (διαμέτρου ≥15mm) στην μιτροειδή βαλβίδα με διάτρηση του P3 scallop και σοβαρή ανεπάρκεια της βαλβίδας. Από τις αιμοκαλλιέργειες απομονώθηκε χρυσίζων Σταφυλόκοκκος ευαίσθητος στη μεθικιλλίνη, θέτοντας μαζί με τα ηχωκαρδιογραφικά ευρήματα τη διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας. Λόγω συνυπάρχουσας πάρεσης άνω άκρου διενεργήθηκε έλεγχος με μαγνητική τομογραφία (MRI) εγκεφάλου [εικόνα 2] η οποία ανέδειξε πολλαπλά εγκεφαλικά έμφρακτα. Για τον έλεγχο πιθανών εμβολικών συμβαμάτων και σε άλλα όργανα, διενεργήθηκε ολοσωματική αξονική τομογραφία (CT) [εικόνα 3] χωρίς ωστόσο αξιόλογα παθολογικά ευρήματα. Η αδυναμία ελέγχου της λοίμωξης (εμμένον εμπύρετο, μικρή αύξηση του μεγέθους των εκβλαστήσεων σε νέο διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα [βίντεο 7 και 8] που πραγματοποιήθηκε πέντε ημέρες αργότερα) και στη συνέχεια η εμφάνιση αιμοδυναμικής αστάθειας οδήγησαν σε επείγουσα χειρουργική επέμβαση αντικατάστασης της μιτροειδούς βαλβίδας με μεταλλική πρόθεση [βίντεο 9 και 10, εικόνα 4].

Εικόνα 2. Μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου: Εστίες υψηλού σήματος στον εγκέφαλο και την παρεγκεφαλίδα, συμβατές με έμφρακτα

Εικόνα 3. Ολοσωματική αξονική τομογραφία: Απουσία αξιόλογων παθολογικών ευρημάτων. Ήπια διόγκωση σπληνός.

Βίντεο 7. Διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα, μεσο-οισοφαγική τομή 4 κοιλοτήτων: Επανέλεγχος την 5η ημέρα με εικόνα αύξησης του μεγέθους των εκβλαστήσεων

Βίντεο 8. Διοισοφάγειο ηχωκαρδιογράφημα, μεσο-οισοφαγική τομή δια των σχισμών: Επανέλεγχος την 5η ημέρα με ευρήματα ενδεικτικά επιδείνωσης της ανεπάρκειας της μιτροειδούς βαλβίδας

Βίντεο 9. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα, κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων: Προσθετική βαλβίδα με καλή λειτουργία

Βίντεο 10. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα με τη χρήση έγχρωμου doppler, κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων: Προσθετική βαλβίδα με καλή λειτουργία

Εικόνα 4. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα με τη χρήση συνεχούς doppler, κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων: Προσθετική βαλβίδα με καλή λειτουργία βάσει των ευρημάτων της μελέτης doppler

Κατά την μετεγχειρητική περίοδο η ασθενής εμφάνισε σύνδρομο μετά από περικαρδιοτομή [βίντεο 11 και 12] που αντιμετωπίστηκε επιτυχώς με κορτιζόνη και κολχικίνη. Παρά την σταδιακή βελτίωση της κλινικής εικόνας, η ασθενής άρχισε να παραπονείται για επεισόδια κοιλιακής δυσφορίας. Για τη διερεύνηση των συμπτωμάτων διενεργήθηκε εκ νέου απεικονιστικός έλεγχος με CT και CT-αγγειογραφία [εικόνα 5 και 6], από τον οποίο διαπιστώθηκε η παρουσία μυκωτικού ανευρύσματος σε κλάδο της άνω μεσεντερίου αρτηρίας καθώς και σπληνικών εμφράκτων. Λόγω του κινδύνου απώλειας σημαντικού τμήματος του εντέρου από ενδεχόμενη χειρουργική παρέμβαση και της απροθυμίας της ασθενούς για χειρουργική αντιμετώπιση, διενεργήθηκε απεικόνιση με ποζιτρονική τομογραφία (18F-FDG PET/CT) η οποία δεν κατέδειξε ενεργό φλεγμονή στην περιοχή του ανευρύσματος [εικόνα 7]. Με βάση τα ευρήματα αυτά αποφασίστηκε συντηρητική αντιμετώπιση με τακτική παρακολούθηση και η ασθενής εξήλθε του νοσοκομείου [βίντεο 13 και 14].
Ένα χρόνο μετά παραμένει σε καλή κλινική κατάσταση με καλή λειτουργία της προσθετικής βαλβίδας και χωρίς μεταβολή του μεγέθους του μυκωτικού ανευρύσματος.

Βίντεο 11. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα, παραστερνική τομή κατά τον βραχύ άξονα στο επίπεδο των θηλοειδών μυών: Παρουσία σημαντικής περικαρδιακής συλλογής. Σύνδρομο μετά περικαρδιοτομή

Βίντεο 12. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα, υποξιφοειδική τομή 4 κοιλοτήτων: Παρουσία σημαντικής περικαρδιακής συλλογής. Σύνδρομο μετά περικαρδιοτομή

Βίντεο 13. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα, παραστερνική τομή κατά τον μακρύ άξονα: Καλή λειτουργία της προσθετικής βαλβίδας, απουσία περικαρδιακής συλλογής.

Βίντεο 14. Διαθωρακικό ηχωκαρδιογράφημα, κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων: Καλή λειτουργία της προσθετικής βαλβίδας, απουσία περικαρδιακής συλλογής.

Εικόνα 5. Αξονική αγγειογραφία: Παρουσία σπληνικών εμφράκτων (αριστερά) και μερικώς θρομβωμένου ανευρύσματος στην περιοχή της άνω μεσεντερίου αρτηρίας (δεξιά)

Εικόνα 6. Αξονική αγγειογραφία με τρισδιάστατη ανασύσταση εικόνας: Σακοειδές μυκωτικό ανεύρυσμα σε κλάδο της άνω μεσεντερίου αρτηρίας με υπολογιζόμενη διάμετρο 26mm

Εικόνα 7. Ποζιτρονική τομογραφία (18F-FDG PET/CT): Μερικώς θρομβωμένο ανεύρυσμα κλάδου της άνω μεσεντερίου αρτηρίας, με υπόπυκνο κέντρο και ήπια υπερμεταβολική περιφέρεια, (SUVmax=2,2). SUVmax: maximum standardized uptake value.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Στο περιστατικό μας μια νεαρή ασθενής χωρίς γνωστή βαλβιδοπάθεια ή άλλους προδιαθεσικούς παράγοντες εμφάνισε ΛΕ αυτόχθονος μιτροειδούς βαλβίδας από MSSA με σοβαρές εξωκαρδιακές επιπλοκές, πιθανώς στα πλαίσια μικροβιαιμίας μετά από πρόσφατη οδοντιατρική επέμβαση. Η αδυναμία ελέγχου της λοίμωξης και κυρίως η εμφάνιση αιμοδυναμικής αποσταθεροποίησης οδήγησαν σε επείγουσα χειρουργική επέμβαση με αντικατάσταση της βαλβίδας. Πέρα από τις κλινικά εμφανείς επιπλοκές οι οποίες αναγνωρίστηκαν κλινικά και απεικονιστικά κατά τις πρώτες ημέρες νοσηλείας (δερματικές βλάβες, εγκεφαλικά εμβολικά έμφρακτα), η ασθενής παρουσίασε επιπρόσθετες σοβαρές επιπλοκές (σπληνικά έμφρακτα, μυκωτικό ανεύρυσμα κλάδου άνω μεσεντερίου) οι οποίες παρέμειναν αδιάγνωστες πιθανόν για σημαντικό χρονικό διάστημα, λόγω της απουσίας ειδικών κλινικών εκδηλώσεων, οδηγώντας σε σημαντική παράταση της νοσηλείας και απαιτώντας την συνδρομή άλλων ειδικοτήτων για την λήψη αποφάσεων. Η χρήση πολλαπλών απεικονιστικών τεχνικών (CT, MRI και PET/CT) επέτρεψαν τη διάγνωση αυτών των επιπλοκών, συμβάλλοντας στην ομαλή πορεία της νόσου. Τα δεδομένα αυτά υπογραμμίζουν την σημασία της απεικόνισης τόσο για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση της ΛΕ αυτής καθαυτής, όσο και για την έγκαιρη αναγνώριση σοβαρών εξωκαρδιακών επιπλοκών, που αν παραμείνουν αδιάγνωστες θέτουν σε κίνδυνο την ζωή του ασθενούς.
Το υπερηχοκαρδιογράφημα αποτελεί την απεικονιστική εξέταση πρώτης γραμμής για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση της ΛΕ. Διαθωρακική ηχωκαρδιογραφική εξέταση πρέπει να διενεργείται σε κάθε περίπτωση κλινικής υποψίας ΛΕ (ιστορικό, εμπύρετο, νέο ή μεταβληθέν προϋπάρχον καρδιακό φύσημα, εμβολικά περιφερικά φαινόμενα) (ESC Guidelines 2015, Class of recommendation I – Level of evidence B), ενώ σε περίπτωση αρνητικής ή μη διαγνωστικής εξέτασης ή σε ασθενείς με προσθετική βαλβίδα ή ενδοκαρδιακή συσκευή, ενδείκνυται η διενέργεια διοισοφαγείου μελέτης (I-B). Η διενέργεια διοισοφαγείου υπερηχοκαρδιογραφήματος ενδείκνυται γενικότερα σε κάθε περίπτωση ΛΕ ακόμα και με θετική διαθωρακική εξέταση, με εξαίρεση την ΛΕ αυτόχθονος βαλβίδας των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων, όπου η διαθωρακική μελέτη είναι συνήθως διαγνωστική (ΙΙa-C). Σε περίπτωση αρνητικής εξέτασης για ΛΕ και εφόσον η κλινική υποψία παραμένει ισχυρή, η εξέταση πρέπει να επαναλαμβάνεται μετά από 5-7 ημέρες (I-C) [1]. Η διάγνωση της ΛΕ βασίζεται στην απεικόνιση εκβλάστησης ή άλλης βαλβιδικής ή παραβαλβιδικής βλάβης (π.χ. απόστημα, ψευδοανεύρυσμα ή fistula, διάτρηση βαλβίδας, ανεύρυσμα), που αποτελεί μείζον διαγνωστικό κριτήριο σύμφωνα με τα τροποποιημένα κριτήρια κατά Duke [1]. Η ευαισθησία της διαθωρακικής εξέτασης στην απεικόνιση εκβλαστήσεων φτάνει το 70-75% για τις αυτόχθονες και το 50% για τις προσθετικές βαλβίδες, ενώ σημαντικά υψηλότερη ευαισθησία παρουσιάζει η διοισοφάγειος μελέτη τόσο στην περίπτωση των αυτοχθόνων (~90%) όσο και των προσθετικών βαλβίδων (~92%). Η ειδικότητα και των δύο μεθόδων υπερβαίνει το 90% [1-3]. Στη ΛΕ των βαλβίδων των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων, η ευαισθησία της διαθωρακικής μελέτης πλησιάζει αυτήν της διοισοφαγείου. Η διαγνωστική ακρίβεια του υπερήχου περιορίζεται σε περιπτώσεις προϋπάρχουσας βαλβιδικής βλάβης-εκφύλισης, μικρών εκβλαστήσεων (<2mm), προσθετικής βαλβίδας ή ενδοκαρδιακών συσκευών, όπου απαιτείται η χρήση πρόσθετων απεικονιστικών τεχνικών. Εκτός από τη διάγνωση, σημαντική είναι η συμβολή της ηχωκαρδιογραφίας και στην παρακολούθηση της νόσου. Η αξιολόγηση της βαλβιδικής βλάβης-δυσλειτουργίας καθώς και καρδιακών αιμοδυναμικών παραμέτρων, η εξέλιξη των εκβλαστήσεων και η εμφάνιση τοπικών επιπλοκών, είναι συνήθως καθοριστικής σημασίας για τον χρόνο χειρουργικής επέμβασης. Κάθε υποψία νέας επιπλοκής (νέο φύσημα, καρδιακή ανεπάρκεια, εμβολή, εμμένον εμπύρετο, διαταραχές αγωγής) πρέπει να οδηγεί σε νέα ηχωκαρδιογραφική εκτίμηση (I-B), ενώ επανάληψη της εξέτασης ενδείκνυται ακόμα και σε κλινικά ανεπίπλεκτη νόσο, για την αναγνώριση σιωπηλών επιπλοκών καθώς και για την παρακολούθηση του μεγέθους των εκβλαστήσεων (IIa-B). Τέλος, ηχωκαρδιογραφική εκτίμηση πρέπει να γίνεται τόσο διεγχειρητικά (I-B) όσο και μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας (I-C) [1]. Στην δική μας περίπτωση η υπερηχοκαρδιογραφία οδήγησε στην αρχική οριστική διάγνωση της ΛΕ και συγχρόνως παρείχε πληροφορίες (διάτρηση οπίσθιας γλωχίνας μιτροειδούς, σοβαρή ανεπάρκεια της βαλβίδας, μέγεθος εκβλαστήσεων) καθοριστικής σημασίας για την λήψη κλινικών αποφάσεων, κυρίως αναφορικά με τον χρόνο χειρουργικής παρέμβασης.
Το τρισδιάστατο διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογράφημα αποτελεί μια χρήσιμη συμπληρωματική εξέταση, η οποία εφαρμόζεται πλέον όλο και πιο συχνά σε ασθενείς με ΛΕ. Η βασική του χρησιμότητα έγκειται στην προσφορά επιπρόσθετων πληροφοριών αναφορικά με την εντόπιση, τη μορφολογία και το μέγεθος των εκβλαστήσεων (αξιολόγηση εμβολικού κινδύνου) καθώς και για την ανατομία της προσβληθείσας βαλβίδας. Επιπλέον, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στην απεικόνιση επιπλοκών της νόσου (διάτρηση ή αποκόλληση βαλβίδας) [4,5]. Συνεπώς, μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την αξιολόγηση-παρακολούθηση και την αντιμετώπιση της ΛΕ, τόσο για τον καρδιολόγο όσο και για τον καρδιοχειρουργό
Παρά το γεγονός ότι η ΛΕ προσβάλει πρωτίστως την καρδιά, ουσιαστικά αποτελεί συστηματική νόσο καθώς αρκετά συχνά σχετίζεται με ποικίλες εξωκαρδιακές επιπλοκές ενίοτε απειλητικές για τη ζωή του ασθενούς (εμβολικά έμφρακτα, μεταστατικές λοιμώξεις-αποστήματα οργάνων, μυκωτικά ανευρύσματα). Η εντόπιση αυτών των επιπλοκών ποικίλει και αφορά συνήθως το κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ), τον σπλήνα και άλλα ενδοκοιλιακά όργανα καθώς και το μυοσκελετικό σύστημα, τους πνεύμονες, την αορτή αλλά και μικρότερες αρτηρίες (υπό μορφή εμβολής, ανευρύσματος ή αγγειίτιδας) [6]. Οι επιπλοκές αυτές άλλοτε εκδηλώνονται με θορυβώδη κλινική εικόνα κι άλλοτε με άτυπα και ήπια συμπτώματα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παραμένουν κλινικά σιωπηλές, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη διάγνωση ή και την αδυναμία ανίχνευσής τους (σιωπηλά εμβολικά επεισόδια ανιχνεύονται σε ποσοστό 20-50% των ασθενών με ΛΕ) [1,7,8]. Επιπλέον, η διάγνωση περιφερικών αγγειακών φαινομένων (π.χ. εμβολές, ανευρύσματα, αιμορραγίες) εντάσσεται στα (ελάσσονα) διαγνωστικά κριτήρια της ΛΕ [1]. Λόγω των πολλών πιθανών εντοπίσεων και των συχνά άτυπων εκδηλώσεων απαιτείται η χρήση πολλαπλών απεικονιστικών τεχνικών όπως η αξονική τομογραφία (CT), η μαγνητική τομογραφία (MRI) και οι τεχνικές πυρηνικής απεικόνισης (18F-FDG PET/CT, WBC SPECT/CT) [6].
Η CT παρέχει τη δυνατότητα ταχείας ολοσωματικής απεικόνισης για την ανίχνευση με υψηλή διαγνωστική ακρίβεια περιφερικών εμφράκτων και αποστημάτων σε ενδοκοιλιακά όργανα, το ΚΝΣ, τους πνεύμονες καθώς και το μυοσκελετικό σύστημα. Η CT αγγειογραφία επιτρέπει την απεικόνιση του συστηματικού αρτηριακού δικτύου καθιστώντας δυνατή την ανίχνευση αγγειακών επιπλοκών όπως μυκωτικά ανευρύσματα, ενώ με την τεχνική της τρισδιάστατης ανασύστασης εικόνων καθίσταται εφικτή η εύληπτη τρισδιάστατη απεικόνιση των αγγειακών αλλοιώσεων [9,10]. Η MRI αποτελεί την αποτελεσματικότερη τεχνική για την απεικόνιση των επιπλοκών του ΚΝΣ με ευαισθησία υψηλότερη της CT. Το ποσοστό των ασθενών με ΛΕ που εμφανίζουν παθολογικά ευρήματα στην MRI εγκεφάλου εκτιμάται στο 60-80% και αφορά κυρίως βλάβες ισχαιμικού τύπου (50-80%) και σπανιότερα αιμορραγίες, αποστήματα ή μυκωτικά ανευρύσματα [8,11]. Σε ασθενείς με νευρολογικό έλλειμμα η MRI είναι παθολογική στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, ενώ ακόμα και σε ασθενείς χωρίς νευρολογικά συμπτώματα η MRI αναδεικνύει παθολογικά ευρήματα σε ποσοστό που ξεπερνά το 50% [12,13]. Παρά την υψηλότερη διαγνωστική ακρίβεια της MRI, η χρήση της σε ασθενείς με βαριά κλινική εικόνα είναι δυσχερής, καθιστώντας την CT ασφαλέστερη και πιο εφικτή μέθοδο. Σημαντική είναι επίσης και η συμβολή της πυρηνικής απεικόνισης και ειδικότερα της 18F-FDG PET/CT (η οποία και χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση μας), καθώς μας παρέχει τη δυνατότητα ανίχνευσης περιφερικών εμβολών και μεταστατικών λοιμώξεων, συμβάλλοντας σημαντικά στη διάγνωση κλινικά σιωπηλών επιπλοκών σε όλο το σώμα, με εξαίρεση την περιοχή του εγκεφάλου (λόγω υψηλού μεταβολισμού) [14]. Η μέθοδος βασίζεται στην χορήγηση του ραδιοφαρμάκου φθοριο-18-δεσοξυ-d-γλυκόζη (18F-FDG) και στην πρόσληψη του από ενεργοποιημένα φλεγμονώδη κύτταρα, αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο εστίες λοίμωξης-φλεγμονής [9]. Ο βαθμός πρόσληψης του ραδιοφαρμάκου από τους ιστούς εκφράζεται ποσοτικά μέσω του δείκτη SUV (standardized uptake value), η τιμή του οποίου είναι ενδεικτική της μεταβολικής δραστηριότητας των ιστών (αυξημένη σε περίπτωση νεοπλασίας ή φλεγμονής) [15]. Ο συνδυασμός των μεθόδων PET και CT μας δίνει τη δυνατότητα λήψης συνδυασμένης λειτουργικής και ανατομικής (αντίστοιχα) πληροφορίας.
Στην περίπτωση μας, η ασθενής παρουσίασε σημαντικές εξωκαρδιακές επιπλοκές, οι οποίες διαγνώστηκαν με τη διενέργεια CT (σπληνικά έμφρακτα), MRI (εγκεφαλικά έμφρακτα) και CT αγγειογραφίας (μυκωτικό ανεύρυσμα κλάδου της άνω μεσεντερίου αρτηρίας), ενώ με τη χρήση 18F-FDG PET/CT αποκλείστηκε η παρουσία αποστημάτων και ενεργού λοίμωξης στις βλάβες. Οι πληροφορίες αυτές επηρέασαν σημαντικά τον χρόνο της επέμβασης, ενώ στην περίπτωση του μυκωτικού ανευρύσματος οδηγήσαν στην απόφαση για συντηρητική αντιμετώπιση καθώς και στην ολοκλήρωση της νοσηλείας με περισσότερα δεδομένα για την ασφάλεια και την μελλοντική παρακολούθηση της ασθενούς.
Συμπερασματικά λοιπόν, γίνεται αντιληπτή η μεγάλη αξία της χρήσης ποικίλων απεικονιστικών τεχνικών, βάσει κλινικών ενδείξεων, για τη διάγνωση, την παρακολούθηση και την λήψη αποφάσεων τόσο για τις καρδιακές όσο και για τις εξωκαρδιακές επιπλοκές της ΛΕ. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις και υπό προϋποθέσεις, η προληπτική διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων με σκοπό την αναζήτηση (σοβαρών) κλινικά σιωπηλών εξωκαρδιακών επιπλοκών, θα μπορούσε δυνητικά να βελτιώσει την πρόγνωση των ασθενών.

KEY LEARNING POINTS

Το υπερηχοκαρδιογράφημα αποτελεί την εξέταση πρώτης γραμμής για την διάγνωση, την παρακολούθηση και την αντιμετώπιση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας. Διαθωρακική εξέταση διενεργείται σε κάθε περίπτωση κλινικής υποψίας της νόσου, ενώ το διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογράφημα ενδείκνυται σε κάθε περίπτωση αρνητικής ή μη διαγνωστικής διαθωρακικής εξέτασης, καθώς και σε ασθενείς με προσθετική βαλβίδα ή προσθετική ενδοκαρδιακή συσκευή, λόγω σημαντικά υψηλότερης ευαισθησίας συγκριτικά με την διαθωρακική μελέτη (με εξαίρεση την λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα αυτόχθονος βαλβίδας των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων).
Το διοισοφάγειο 3D υπερηχοκαρδιογράφημα παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τη θέση, τη μορφολογία και το μέγεθος των εκβλαστήσεων καθώς και για επιπλοκές όπως η διάτρηση και η αποκόλληση βαλβίδας.
Η λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα συνοδεύεται συχνά από σοβαρές εξωκαρδιακές επιπλοκές. Η ποικίλη εντόπιση αυτών των επιπλοκών καθώς και η συχνή απουσία τυπικών κλινικών εκδηλώσεων καθιστά αναγκαία τη χρήση πολλαπλών απεικονιστικών τεχνικών (CT, MRI, PET/CT) για την έγκαιρη διάγνωση των εξωκαρδιακών συμβαμάτων.
Η CT μας δίνει τη δυνατότητα ταχείας ολοσωματικής απεικόνισης για την ανίχνευση περιφερικών επιπλοκών όπως έμφρακτα και αποστήματα ενώ η CT-αγγειογραφία επιτρέπει τον έλεγχο του συστηματικού αρτηριακού δικτύου για την ανίχνευση αγγειακών επιπλοκών (π.χ. μυκωτικά ανευρύσματα).
Η MRI αποτελεί την μέθοδο με την υψηλότερη ευαισθησία για τη διάγνωση των επιπλοκών του κεντρικού νευρικού συστήματος.
Η ποζιτρονική τομογραφία μας δίνει τη δυνατότητα ανίχνευσης περιφερικών εμβολών και μεταστατικών λοιμώξεων, συμβάλλοντας σημαντικά στη διάγνωση κλινικά σιωπηλών επιπλοκών σε όλο το σώμα, με εξαίρεση την περιοχή του εγκεφάλου.
Η προληπτική διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων με σκοπό την αναζήτηση (σοβαρών) κλινικά σιωπηλών εξωκαρδιακών επιπλοκών, θα μπορούσε δυνητικά να βελτιώσει την πρόγνωση των ασθενών με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Habib G, Lancellotti P, Antunes M, Bongiorni M, Casalta J, Del Zotti F et al. 2015 ESC Guidelines for the management of infective endocarditis: The Task Force for the Management of Infective Endocarditis of the European Society of Cardiology (ESC). Endorsed by: European Association for Cardio-Thoracic Surgery (EACTS), the European Association of Nuclear Medicine (EANM). European Heart Journal. 2015;36(44):3075-3128.
Bruun N, Habib G, Thuny F, Sogaard P. Cardiac imaging in infectious endocarditis. European Heart Journal. 2013;35(10):624-632.
Erba P, Pizzi M, Roque A, Salaun E, Lancellotti P, Tornos P et al. Multimodality Imaging in Infective Endocarditis. Circulation. 2019;140(21):1753-1765.
Berdejo J, Shibayama K, Harada K, Tanaka J, Mihara H, Gurudevan S et al. Evaluation of Vegetation Size and Its Relationship With Embolism in Infective Endocarditis. Circulation: Cardiovascular Imaging. 2014;7(1):149-154.
Liu Y, Tsai W, Lin C, Hsu C, Li W, Lin L et al. Usefulness of real-time three-dimensional echocardiography for diagnosis of infective endocarditis. Scandinavian Cardiovascular Journal. 2009;43(5):318-323.
Colen T, Gunn M, Cook E, Dubinsky T. Radiologic manifestations of extra-cardiac complications of infective endocarditis. European Radiology. 2008;18(11):2433-2445.
Grabowski M, Hryniewiecki T, Janas J, Stępińska J. Clinically overt and silent cerebral embolism in the course of infective endocarditis. Journal of Neurology. 2011;258(6):1133-1139.
Snygg‐Martin U, Gustafsson L, Rosengren L, Alsiö Å, Ackerholm P, Andersson R et al. Cerebrovascular Complications in Patients with Left‐Sided Infective Endocarditis Are Common: A Prospective Study Using Magnetic Resonance Imaging and Neurochemical Brain Damage Markers. Clinical Infectious Diseases. 2008;47(1):23-30.
Erba P, Pizzi M, Roque A, Salaun E, Lancellotti P, Tornos P et al. Multimodality Imaging in Infective Endocarditis. Circulation. 2019;140(21):1753-1765.
Goddard A, Tan G, Becker J. Computed tomography angiography for the detection and characterization of intra-cranial aneurysms: Current status. Clinical Radiology. 2005;60(12):1221-1236.
Cooper H, Thompson E, Laureno R, Fuisz A, Mark A, Lin M et al. Subclinical Brain Embolization in Left-Sided Infective Endocarditis. Circulation. 2009;120(7):585-591.
Okazaki S, Yoshioka D, Sakaguchi M, Sawa Y, Mochizuki H, Kitagawa K. Acute Ischemic Brain Lesions in Infective Endocarditis: Incidence, Related Factors, and Postoperative Outcome. Cerebrovascular Diseases. 2013;35(2):155-162.
Hess A, Klein I, Iung B, Lavallée P, Ilic-Habensus E, Dornic Q et al. Brain MRI Findings in Neurologically Asymptomatic Patients with Infective Endocarditis. American Journal of Neuroradiology. 2013;34(8):1579-1584.
Van Riet J, Hill E, Gheysens O, Dymarkowski S, Herregods M, Herijgers P et al. 18F-FDG PET/CT for early detection of embolism and metastatic infection in patients with infective endocarditis. European Journal of Nuclear Medicine and Molecular Imaging. 2010;37(6):1189-1197.
Kinahan P, Fletcher J. Positron Emission Tomography-Computed Tomography Standardized Uptake Values in Clinical Practice and Assessing Response to Therapy. Seminars in Ultrasound, CT and MRI. 2010;31(6):496-505.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

Ερώτηση 1. Τι ισχύει από τα παρακάτω στη λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα:


Η ευαισθησία του διαθωρακικού υπερηχοκαρδιογραφήματος για την απεικόνιση εκβλαστήσεων στις βαλβίδες των αριστερών καρδιακών κοιλοτήτων εκτιμάται περίπου στο 90%.
Το διαθωρακικό και το διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογράφημα παρουσιάζουν παρόμοια ευαισθησία και ειδικότητα στην απεικόνιση εκβλαστήσεων στις (αυτόχθονες) βαλβίδες των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων.
Σε περίπτωση που η αρχική υπερηχοκαρδιογραφική εξέταση είναι αρνητική, η διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας αποκλείεται, ανεξάρτητα από τον βαθμό κλινικής υποψίας.
Επανάληψη του υπερηχοκαρδιογραφικού ελέγχου ενδείκνυται μόνο επί υποψίας νέων επιπλοκών ή επί επιδείνωσης της κλινικής εικόνας.
Κανένα από τα παραπάνω

Ερώτηση 2. Τι ισχύει από τα παρακάτω στη λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα:


Η εξέταση 18F-FDG PET/CT ενδείκνυται για την απεικόνιση μεταστατικών λοιμώξεων στην περιοχή του εγκεφάλου.
Η παρουσία παθολογικών ευρημάτων στην MRI εγκεφάλου είναι σπάνια σε ασθενείς χωρίς νευρολογική σημειολογία.
Τα περιφερικά εμβολικά φαινόμενα εντάσσονται στα μείζονα διαγνωστικά κριτήρια κατά Duke.
Κανένα από τα παραπάνω

Περιστατικό 2

Επιπλεγμένη ενδοκαρδίτιδα Αορτικής  Βαλβίδας  σε ασθενή με μεταλλική βαλβίδα στη θέση της Αορτικής

Βασιλική Κανταρτζή, Ειδικευόμενη Καρδιολογίας, ΓΝΘ Παπαγεωργίου, Θεσσαλονίκη.

Βασίλειος Μοσχοβίδης, Ειδικευόμενος Καρδιολογίας, ΓΝΘ Παπαγεωργίου, Θεσσαλονίκη.

Άννα Πιλαλίδου, Επιμελήτρια Β, Καρδιολόγος, ΓΝΘ Παπαγεωργίου, Θεσσαλονίκη.

Δημήτριος Κλέττας, Ειδικός Καρδιολόγος, ΓΝΑ Ιπποκράτειο, Αθήνα.

 

Βασίλειος Σαχπεκίδης, Επιμελητής Α, Καρδιολόγος,  ΓΝΘ Παπαγεωργίου, Θεσσαλονίκη.

 

⦁ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟΥ
Ασθενής 60 ετών με ιστορικό μεταλλικής αορτικής βαλβίδας από 7ετίας εισήχθη στην Νευρολογική κλινική ως πιθανό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Το INR εισαγωγής ήταν στα επιθυμητά όρια για τον τύπο της μεταλλικής βαλβίδας. Στα πλαίσια διερεύνησης του ισχαιμικού ΑΕΕ διενεργήθηκε διαθωρακικό υπερηχογράφημα καρδιάς (ΤΤΕ) που κατέδειξε καλή λειτουργία της προσθετικής βαλβίδας. Λόγω διαπίστωσης πυρετικής κίνησης από την πρώτη ημέρα νοσηλείας τέθηκε η υποψία ενδοκαρδίτιδας και ο ασθενής υποβλήθηκε σε διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογράφημα (ΤΟΕ) που ανέδειξε εκβλάστηση στην κοιλιακή επιφάνεια (Video1,2) της μεταλλικής βαλβίδας και ήπια περιαορτική πάχυνση της οπίσθιας επιφάνειας της βαλβίδας ύποπτη για περιαορτική επέκταση υποκείμενης φλεγμονής/λοίμωξης (Video 1-4). Ελήφθησαν αιμοκαλλιέργειες από όπου απομονώθηκε Staphylococcus Hominis. Με βάση τα ευρήματα αυτά τεκμηριώθηκε η διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας προσθετικής βαλβίδας. Για περαιτέρω διερεύνηση της περιαορτικής πάχυνσης διενεργήθηκε ECG gated αξονική τομογραφία καρδιάς μερικές ημέρες αργότερα που κατέδειξε την παρουσία αποστήματος οπίσθια επιφάνεια της βαλβίδας και αρχόμενου ψευδοανευρύσματος της αορτομιτροειδικής συμβολής (Εικόνα 1-3). Λόγω της τεκμηριωμένης πλέον περιαορτικής επέκτασης της λοίμωξης προτάθηκε στον ασθενή επείγουσα καρδιοχειρουργική αντιμετώπιση την οποία αρνήθηκε. Παρέμεινε εμπύρετος παρά την συνέχιση της κατάλληλης αντιμικροβιακής αγωγής και λίγες ημέρες αργότερα υποβλήθηκε σε δεύτερο διοισοφάγειο υπερηχογράφημα το οποίο ανέδειξε την γνωστή εκβλάστηση αυτής που δεν είχε μεταβληθεί ιδιαίτερα σε μέγεθος (Video 5). Ωστόσο η περιαορτική πάχυνση της οπίσθιας επιφάνειας της βαλβίδας παρουσίαζε πλέον περιοχές ηχοδιαφάνειας με ροή εντός αυτής και επικοινωνία με τον χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας– ευρήματα ειδικά αποστήματος/ψευδοανευρύσματος στην περιοχή της αορτομιτροειδικής συμβολής( Video 5-8).

Video1: Τομή κατά τον επιμήκη άξονα, με εστίαση στην μεταλλική αορτική βαλβίδα, παρατηρείται εικόνα εκβλάστησης στη βαλβίδα και περιαορτική πάχυνση

Video2: Χρήση xplane με 3D κεφαλή όπου απεικονίζεται σύγχρονα η αορτική βαλβίδα στον επιμήκη και βραχύ άξονα της. παρατηρείται εκβλάστηση στη μεταλλική αορτική βαλβίδα και περιαορτική πάχυνση

Video3: Τομή κατά τον επιμήκη άξονα, με χρήση έγχρωμου doppler. Δεν παρατηρείται παραβαλβιδική ανεπάρκεια ούτε ροή εντός της περιαορτικής πάχυνσης

Video4: Τομή 5 κοιλοτήτων. Παρατηρείται περιαορτική πάχυνση και εικόνα εκβλάστησης στην μεταλλική αορτική βαλβίδα

Video5: Χρήση xplane με 3D κεφαλή όπου απεικονίζεται σύγχρονα η αορτική βαλβίδα στον επιμήκη και βραχύ άξονα της. Δεν παρατηρείται μεταβολή του μεγέθους της εκβλάστησης. Ωστόσο παρατειρείται ύπαρξη ηχοδιαφάνειας εντός της περιαορτικής πάχυνσης

Video6: Χρήση xplane με 3D κεφαλή όπου απεικονίζεται σύγχρονα η αορτική βαλβίδα στον επιμήκη και βραχύ άξονα της, έγχρωμο Doppler. Παρατηρείται ροή αίματος δια μέσου της περιαορτικής πάχυνσης

Video7: Τομή της αορτικής βαλβίδας κατά τον βραχύ άξονα. Παρατηρείται η περιαορτική πάχυνση με περιοχή ηχοδιαφάνειας καθώς και η εκβλάστηση

Video8: Τομή της αορτικής βαλβίδας κατά τον βραχύ άξονα, με έγχρωμο Doppler. Παρατηρείται ροή αίματος στην περιοχή ηχοδιαφάνειας στην περιαορτική πάχυνση

Εικόνα 1: Reconstructed τομή κατά τον βραχύ άξονα της καρδιάς στο επίπεδο της μεταλλικής βαλβίδας – χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας όπου διακρίνεται η αποστηματική κοιλότητα στο οπίσθιο τμήμα της βαλβίδας (βέλος).

Εικόνα 2: Reconstructed τομή κατά τον οβελιαίο άξονα της καρδιάς, όπου απεικονίζεται η αποστηματική κοιλότητα στην οπίσθια επιφάνεια της μεταλλικής προσθετικής βαλβίδας προς το χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας (μεγάλο βέλος).

Εικόνα 3: Reconstructed τομή κατά τον βραχύ άξονα της καρδιάς στο επίπεδο της μεταλλικής βαλβίδας όπου απεικονίζεται η εκβλάστηση (βέλος)
.

⦁ ΣΥΖΗΤΗΣΗ

-Αξία της Ηχωκαρδιογραφίας στην διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας προσθετικής βαλβίδας.
Η ηχωκαρδιογραφία είναι ένα σημαντικό εργαλείο για τη διάγνωση της Λοιμώδους Ενδοκαρδίτιδας προσθετικής βαλβίδας (PVE) και έχει μείζονα ρόλο στη διαχείριση και παρακολούθηση αυτών των ασθενών. Τρία υπερηχογραφικά ευρήματα αποτελούν μείζονα κριτήρια για τη διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας: εκβλαστήσεις, αποστήματα/ψευδοανευρύσματα και νέα δυσλειτουργία της προσθετικής βαλβίδας.
Το TTE λόγω της ευρείας διαθεσιμότητας του είναι συχνά η αρχική εξέταση σε αυτούς τους ασθενείς και παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για την λειτουργία της προσθετικής βαλβίδας, όσο για τη συνολική καρδιακή λειτουργία. Δυστυχώς όμως λόγω των συχνών ακουστικών artifacts από το προσθετικό υλικό της βαλβίδας το ΤΤΕ έχει χαμηλή διακριτική ικανότητα στην ανίχνευση εκβλαστήσεων σε προσθετικές καρδιακές βαλβίδες (ευαισθησία ~50%). Για το λόγο αυτό επί κλινικής υποψίας ενδοκαρδίτιδας πρέπει πάντα να διενεργείται ΤΟΕ στους ασθενείς με προσθετική βαλβίδα, ακόμα και αν το ΤΤΕ δεν δείχνει παθολογικά ευρήματα. Το ΤΟΕ έχει τόσο ευαισθησία όσο και ειδικότητα >90% για την διάγνωση εκβλαστήσεων σε ασθενείς με PVE καθιστώντας το την εξέταση εκλογής σε αυτούς του ασθενείς. Η δική μας περίπτωση επιβεβαιώνει τα παραπάνω με δεδομένο ότι μόνο στο ΤΟΕ απεικονίστηκαν εκβλαστήσεις.
Επιπρόσθετα, το ΤΟΕ επιτρέπει την ανίχνευση επιπλοκών της νόσου (αποστήματα, ψευδοανευρύσματα, συρίγγια, διάτρηση των γλωχίνων επί βιολογικής βαλβίδας και παραβαλβιδική ανεπάρκεια) τα οποία μπορούν να αλλάξουν την θεραπευτική προσέγγιση των ασθενών. Ειδικά για την διάγνωση της περιβαλβιδικής επέκτασης της φλεγμονής σε PVE, όπως στον ασθενή μας το ΤΟΕ έχει 80-90% ευαισθησία και >90% ειδικότητα.
Η υπερηχοκαρδιογραφία τέλος είναι χρήσιμη όχι μόνο στην διάγνωση αλλά και στην παρακολούθηση ασθενών με PVE. Πρέπει να επαναλαμβάνεται κατά την διάρκεια της νοσηλείας αυτών των ασθενών κάθε φορά που υπάρχει επιδείνωση στην κλινική εικόνα ή υποψία επιπλοκής. Στην περίπτωση μας το δεύτερο ΤΟΕ που έγινε μία εβδομάδα μετά το πρώτο κατέγραψε σημαντική επιδείνωση της περιαορτικής επέκτασης της φλεγμονής με συνοδή δημιουργία ψευδοανευρύσματος της αορτομιτροειδικής συμβολής. Αλλά ακόμα και σε φαινομενικά ασυμπτωματικούς ή κλινικά σταθερούς ασθενείς είναι χρήσιμη η ανά τακτά χρονικά διαστήματα υπερηχοκαρδιογραφική τους παρακολούθηση προκειμένου να ανιχνευτούν έγκαιρα νέες σιωπηλές επιπλοκές, καθώς και να γίνει επανέλεγχος του μεγέθους της εκβλάστησης.
Περιγραφή και αναγνώριση υπερηχογραφικών ευρημάτων στη Λοιμώδη Ενδοκαρδίτιδα:

Η εκβλάστηση είναι μολυσμένη μάζα που προσκολλάται σε ενδοκαρδιακή δομή ή σε εμφυτευμένο ενδοκαρδιακό υλικό. Απεικονίζεται ως μάζα που μπορεί να ταλαντώνεται ή όχι, πάνω στη βαλβίδα ή σε άλλες ενδοκαρδιακές δομές ή σε εμφυτευμένο καρδιακό υλικό.
Το απόστημα είναι περιβαλβιδική κοιλότητα με νέκρωση και πυώδες υλικό, που δεν επικοινωνεί με τον καρδιαγγειακό αυλό. Απεικονίζεται ως πεπαχυμένη, μη ομοιογενής περιβαλβιδική περιοχή.
Το ψευδοανεύρυσμα είναι περιβαλβιδική κοιλότητα που επικοινωνεί με τον καρδιαγγειακό αυλό. Απεικονίζεται ως παλμική, ανηχοϊκή περιβαλβιδική περιοχή, στην οποία παρατηρείται ροή αίματος στο έγχρωμο Doppler.
Η διάτρηση είναι διακοπή της συνέχειας του ενδοκαρδιακού ιστού. Απεικονίζεται ως διακοπή της συνέχειας του ενδοκαρδιακού ιστού, την οποία διασχίζει ροή στο έγχρωμο Doppler.
Το συρίγγιο είναι επικοινωνία μεταξύ δυο γειτονικών κοιλοτήτων μέσω μιας διάτρησης. Απεικονίζεται στο έγχρωμο Doppler ως επικοινωνία μεταξύ δυο γειτονικών κοιλοτήτων μέσω μιας διάτρησης.
Το ανεύρυσμα της βαλβίδας είναι σακοειδής προς τα έξω προβολή του ιστού της βαλβίδας. Απεικονίζεται ως σακοειδής διόγκωση του βαλβιδικού ιστού.
Η δυσλειτουργία της προσθετικής βαλβίδας αναφέρεται στη δυσλειτουργία του προσθετικού τμήματος. Απεικονίζεται ως παραβαλβιδική ανεπάρκεια που διακρίνεται από το TTE/TOE με ή χωρίς rocking motion της προσθετικής βαλβίδας.

Η χρήση της αξονικής τομογραφίας καρδιάς σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα

Η Αξονική Τομογραφία καρδιάς μπορεί να είναι χρήσιμη σε περιπτώσεις που η οριστική διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας και οι επιπλοκές της δε μπορούν να εκτιμηθούν πλήρως με την υπερηχοκαρδιογραφία. Ιδιαίτερα χρήσιμη στην κλινική πράξη είναι για την ανίχνευση περιαορτικής επέκτασης της λοίμωξης/φλεγμονής σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα αορτικής βαλβίδας (αυτόχθονους ή προσθετικής).
Πρέπει να τονιστεί ότι για την αποφυγή artifacts κίνησης χρήσιμη είναι η διενέργεια της αξονικής τομογραφίας καρδιάς με ηλεκτροκαρδιογραφικό συντονισμό (ECG gated τεχνική), ακόμα και σε περιπτώσεις ταχυκαρδίας ή αρρυθμίας. Αν και η χαμηλή καρδιακή συχνότητα είναι σύμμαχος – αν όχι απαραίτητη προϋπόθεση – της ECG gated αξονικής τομογραφίας καρδιάς για την απεικόνιση των στεφανιαίων αγγείων, μία τέτοια συνθήκη δεν είναι πάντα εφικτή σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα που λόγω της γενικής τους κατάστασης (π.χ. καρδιακή ανεπάρκεια, εμπύρετο) μπορεί να έχουν αυξημένους παλμούς. Ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες όμως λόγω του μεγάλου μεγέθους της αορτής και της αορτικής βαλβίδας σε σχέση με τα στεφανιαία αγγεία η εξέταση είναι διαγνωστική στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Σπάνια, ορισμένοι τύποι μεταλλικών βαλβίδων δημιουργούν σημαντικά streak artifacts που κάνουν την ευκρινή απεικόνιση της βαλβίδας και των γειτονικών δομών δύσκολη.

Η αξονική τομογραφία καρδιάς μπορεί να ανιχνεύσει αποστήματα και/ή ψευδοανευρύσματα με διαγνωστική ακρίβεια παρόμοια ή και καλύτερη με αυτή του ΤΟΕ και είναι πιθανώς ανώτερη στην παροχή πληροφοριών όσον αφορά στην έκταση και τις επιπλοκές κάθε περιβαλβιδικής επέκτασης, συμπεριλαμβανομένης της ανατομίας των ψευδοανευρυσμάτων, των αποστημάτων και των συριγγίων καθώς και στην πρώιμη ανίχνευση αυτών των επιπλοκών σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΤΟΕ μειονεκτεί στην ανίχνευση περιαορτικής επέκτασης της φλεγμονής στην πρόσθια επιφάνεια της αορτικής προσθετικής βαλβίδας λόγω των συχνών ακουστικών artifacts από το προσθετικό υλικό αυτής. Για το λόγο αυτό αν υπάρχει υποψία περιαορτικής επέκτασης της λοίμωξης (π.χ. νεοαναπτυσσόμενος 1ου βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός) και το ΤΟΕ δεν δείχνει απόστημα, χρήσιμος είναι ο έλεγχος της πρόσθιας επιφάνειας της προσθετικής αορτικής βαλβίδας με ECG gated αξονική τομογραφία. Στην δική μας περίπτωση η αξονική τομογραφία καρδιάς επιβεβαίωσε την αρχική υποψία από το ΤΟΕ ότι η πάχυνση στην οπίσθια επιφάνεια της βαλβίδας αντιπροσώπευε απόστημα, εύρημα που άλλαξε την θεραπευτική προσέγγιση του ασθενούς.

Η αξονική καρδιάς έχει μικρότερη ευαισθησία συγκριτικά με το ΤΟΕ στη διάγνωση μικρού μεγέθους εκβλαστήσεων (<4mm) και διατρήσεων της βαλβίδας. Επιπρόσθετα, δεν μπορεί να προσφέρει την πληθώρα των πληροφοριών αναφορικά με την λειτουργία της προσθετικής βαλβίδας που δίνει η ηχωκαρδιογραφία.
Ένα άλλο σημαντικό πλεονέκτημα της αξονικής τομογραφίας καρδιάς είναι ότι υπό κατάλληλες συνθήκες μπορεί να προσφέρει πληροφορίες αναφορικά με κριτικές στενώσεις στεφανιαία αγγεία σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα που πρόκειται να υποβληθούν σε καρδιοχειρουργική επέμβαση. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο διότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των ασθενών δεν υποβάλλονται σε διαγνωστική κλασική στεφανιογραφία λόγω του κινδύνου εμβολισμού των εκβλαστήσεων, ιδίως όταν αυτές βρίσκονται πάνω στην αορτική βαλβίδα.
Οι συνήθεις προβληματισμοί που αφορούν στην χρήση της αξονικής τομογραφίας δηλαδή η έκθεση στην ακτινοβολία και η ενδεχόμενη επιβάρυνση της νεφρικής λειτουργίας από την χορήγηση σκιαστικού είναι υπαρκτοί και στους ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα. Η βαρύτητα όμως της συγκεκριμένης πάθησης, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο να χαθεί η διάγνωση επιπλοκών όπως η δημιουργία αποστήματος που είναι δυνητικά θανατηφόρες, μετατοπίζουν τον ουδό διενέργειας αξονικής τομογραφίας καρδιάς χαμηλότερα σε αυτούς τους ασθενείς. Η συνετή κλινική χρήση είναι βέβαια πάντα απαραίτητη για την μείωση των προαναφερθέντων κινδύνων.

– Key Learning Points

⦁ Το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα παραμένει εξέταση εκλογής για τη διάγνωση και παρακολούθηση της εξέλιξης της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας
⦁ Επί λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας προσθετικής βαλβίδας, το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα παρέχει υψηλότερη διαγνωστική ακρίβεια από το διαθωρακικό και αποτελεί μέθοδο εκλογής.
⦁ Η επανάληψη της διενέργειας ΤΟΕ κρίνεται απαραίτητη στο χρονικό διάστημα 5-7ημέρων, καθώς η πιθανότητα επιπλοκών είναι υψηλή, ακόμα και με χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής με βάση το αντιβιόγραμμα
⦁ Σε ασθενείς με επιπλεγμένη λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα η αξονική τομογραφία αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για διάγνωση και εκτίμηση περιβαλβιδικών επιπλοκών με διαγνωστική ακρίβεια όμοια ή και ανώτερη συγκριτικά με αυτή του διοισοφαγείου υπερηχογραφήματος
⦁ Η αξονική τομογραφία μπορεί να υπερέχει του διοισοφαγείου υπερηχογραφήματος όσον αφορά στην έκταση και τις επιπτώσεις πιθανής περιβαλβιδικής εξάπλωσης πιθανού αποστήματος/ψευδοανευρύσματος καθώς και στην στοιχειοθέτηση της ανατομίας αυτών.

-Κατευθυντήριες οδηγίες για τη διάγνωση και παρακολούθηση λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας

Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

⦁ Ασθενής με προσθετική αορτική βαλβίδα και γνωστή ενδοκαρδίτιδα , υπό στοχευμένη αντιβιοτική αγωγή, εμφανίζει νέο πυρετικό κύμα την 5η ημέρα νοσηλείας. Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Α) Διαθωρακικό υπερηχογράφημα
Β) Νέο Διοισοφάγειο υπερηχογράφημα
Γ) Αξονική τομογραφία
Δ) Χειρουργική παρέμβαση
⦁ Ασθενής με προσθετική αορτική βαλβίδα διαγιγνώσκεται με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα. Από το διοισοφάγειο υπερηχογράφημα παρατηρείται εικόνα εκβλάστησης. Ο ασθενής την επόμενη μέρα εμφανίζει 1ου βαθμού κολποκοιλιακό αποκλεισμό. Ποια είναι η καταλληλότερη αντιμετώπιση;
Α) Επανάληψη διοισοφαγείου υπερηχογραφήματος
Β) Διενέργεια Αξονικής τομογραφίας για πιθανή περιαορτική επέκταση της φλεγμονής
Γ) Καμία, είναι κλινικά μη σημαντικό το εύρημα του κολποκοιλιακού αποκλεισμού
Δ) Επείγουσα καρδιοχειρουργική αντιμετώπιση

Απαντήσεις: 1 Β)
2 Β)

-Βιβλιογραφικές αναφορές

Habib, G., Lancellotti, P., Antunes, M. J., Bongiorni, M. G., Casalta, J. P., Del Zotti, F. et al.,(2015). 2015 ESC Guidelines for the management of infective endocarditis. In European Heart Journal (Vol. 36, Issue 44). https://doi.org/10.1093/eurheartj/ehv319
Karchmer AW, Chu VH. 2018. Prosthetic valve endocarditis: epidemiology, clinical manifestations, and diagnosis. UpToDate. https://www.uptodate.com/contents/prosthetic-valve-endocarditis-epidemiology-clinical-manifestations-and-diagnosis. Accessed 21 March 2018.
Baddour LM, Wilson WR, Bayer AS, et al. Infective Endocarditis in Adults: Diagnosis, Antimicrobial Therapy, and Management of Complications: A Scientific Statement for Healthcare Professionals From the American Heart Association. Circulation 2015; 132:1435.
Horstkotte D, Piper C, Niehues R, et al. Late prosthetic valve endocarditis. Eur Heart J 1995; 16 Suppl B:39.

Bruun NE, Habib G, Thuny F, Sogaard P. Cardiac imaging in infectious endocarditis. Eur Heart J 2014; 35:624.

Kim IC, Chang S, Hong GR, et al. Comparison of Cardiac Computed Tomography With Transesophageal Echocardiography for Identifying Vegetation and Intracardiac Complications in Patients With Infective Endocarditis in the Era of 3-Dimensional Images. Circ Cardiovasc Imaging 2018; 11:e006986.

Περιστατικό 3

Ενδοκαρδίτιδα βιοπροσθετικής αορτικής βαλβίδας με παρουσία περιαορτικού αποστήματος – η αξία της απεικόνισης στην διαφορική διάγνωση.

Πιλαλίδου Άννα1, Κανταρτζή Βασιλική1,Μοσχοβίδης Βασίλειος1, Γεωργά Σταματία2, Σαχπεκίδης Βασίλειος1.

1 Β Καρδιολογική Κλινική, Γ.Ν. Θεσσαλονίκης Παπαγεωργίου

 

2 Τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής, Γ.Ν. Θεσσαλονίκης Παπαγεωργίου

Παρουσίαση περιστατικού
Άντρας 75 ετών προσήλθε στα επείγοντα λόγω εμπύρετου με ρίγος από εβδομάδος, μετά από οδοντιατρική παρέμβαση και ενώ βρισκόταν υπό αντιβιοτική αγωγή με αμοξυκιλλίνη και κλαβουλανικό οξύ. Από το ατομικό ιστορικό ο ασθενής υποβλήθηκε το 2016 σε αντικατάσταση ανευρύσματος ανιούσης θωρακικής αορτής με συνοδή αντικατάσταση αορτικής βαλβίδας με βιοπροσθετική και μονή αορτοστεφανιαία παράκαμψη (LIMA στον LAD). Παρά τις αρνητικές καλλιέργειες αίματος ο ασθενής υποβλήθηκε σε διοισοφάγειο υπερηχογράφημα στο οποίο διαπιστώθηκε πάχυνση των πτυχών της βιοπροσθετικής βαλβίδας με κινητά μορφώματα στην κοιλιακή επιφάνεια αυτής ενδεικτικά εκβλαστήσεων. Επίσης παρατηρήθηκε περιαορτική πάχυνση
και σε συνδυασμό με τον 1ου βαθμού αποκλεισμό, τέθηκε ισχυρά η υποψία περιαορτικού αποστήματος. (video 1-5) Για περαιτέρω διευκρίνιση των ευρημάτων της υπερηχοκαρδιογραφικής μελέτης ο ασθενής υποβλήθηκε σε αξονική αορτογραφία στην οποία επιβεβαιώθηκε η πάχυνση
στην ανιούσα θωρακική αορτή η οποία όμως είχε περισσότερο χαρακτηριστικά αιματώματος. (image 4-7) Λόγω της ισχυρής υποψίας περιαορτικής επέκτασης της φλεγμονής ο ασθενής υποβλήθηκε και σε PET/CT με 18F-FDG. Τα ευρήματα αυτής της εξέτασης ήταν συμβατά με περιαορτικό απόστημα και φλεγμονή κατά μήκος του τοιχώματος της ανιούσης θωρακικής αορτής με συνοδό περιαορτικό αιμάτωμα. (image 9-17)

Video 1

Video 2

Video 3

Video 4

Video 5

Εικόνα 4

Εικόνα 5

Εικόνα 5

Εικόνα 6

Εικόνα 7

Λόγω της ισχυρής υποψίας περιαορτικής επέκτασης της φλεγμονής ο ασθενής υποβλήθηκε και σε PET/CT με 18F-FDG. Τα ευρήματα αυτής της εξέτασης ήταν συμβατά με περιαορτικό απόστημα και φλεγμονή κατά μήκος του τοιχώματος της ανιούσης θωρακικής αορτής με συνοδό περιαορτικό αιμάτωμα. (image 9-17)

Εικόνα 9

Εικόνα 10

Εικόνα 11

Εικόνα 12

Εικόνα 13

Εικόνα 14

Εικόνα 15

Εικόνα 16

Εικόνα 17

Συζήτηση

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 άρχισε να παρατηρείται η υπεροχή του διοισοφάγειου υπερηχογραφήματος καρδιάς (ΤΟΕ) σε σύγκριση με το διαθωρακικό (ΤΤΕ) αναφορικά με την απεικόνιση εκβλαστήσεων και των επιπλοκών της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας τόσο στις αυτόχθονες και ακόμα περισσότερο στις προσθετικές βαλβίδες.1,2,3,4 Πλέον το TOE έχει μείζονα ρόλο στην διάγνωση της ενδοκαρδίτιδας και των επιπλοκών της. Επί υποψίας λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας η ουδός για την διενέργεια της συγκεκριμένης εξέτασης οφείλει να είναι χαμηλή, ενώ με την εξέλιξη της τεχνολογίας η ευκρίνεια της εικόνας έχει βελτιωθεί.5 Στις νέες κατευθυντήριες οδηγίες η ένδειξη για διενέργεια ΤΟΕ σε ασθενή με υποψία ενδοκαρδίτιδας και
παρουσία προσθετικής βαλβίδας είναι Ιb, ανεξάρτητα εάν έχουμε θετική ή όχι αιμοκαλλιέργεια. Επίσης το ΤΟΕ είναι χρήσιμο για την διάγνωση των επιπλοκών της ενδοκαρδίτιδας , όπως είναι τα αποστήματα και η διάτρηση ή αποκόλληση της βαλβίδας. Η ευαισθησία της διάγνωσης του
αποστήματος φτάνει το 50% για το ΤΤΕ και το 90% για το ΤΟΕ, με την ειδικότητα να φτάνει πάνω από 90% και για τις δύο τεχνικές. Ωστόσο αξίζει να σημειώσουμε ότι τα μικρά αποστήματα είναι δύσκολο να διαγνωστούν με την υπερηχοκαρδιογραφία, ειδικά στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης
τους. Για την περαιτέρω διερεύνηση της ενδοκαρδίτιδας και των επιπλοκών της από το 2015 στις κατευθυντήριες οδηγίες προτείνεται η διενέργεια ECG-gated αξονικής τομογραφίας καρδιάς. Έχει την ίδια διαγνωστική ακρίβεια με το ΤΟΕ στην διάγνωση των περιβαλβιδικών αποστημάτων και
των ψευδοανευρυσμάτων σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι για να αποφευχθούν artifacts κίνησης ιδίως στην περιοχή της αορτικής βαλβίδας η αξονική τομογραφία πρέπει να γίνεται με ΗΚΓικό συντονισμό (ECG gated). Στην δική μας την περίπτωση η
αξονική που διενεργήθηκε δεν έγινε με αυτή την τεχνική με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ελεγχθεί με ακρίβεια η παρουσία περιβαλβιδικού αποστήματος πέριξ της βιοπροσθετικής αορτικής βαλβίδας. Ένα άλλο πλεονέκτημα της ECG gated αξονικής τομογραφίας καρδιάς είναι η παροχή
πληροφοριών για την ανατομία των στεφανιαίων αγγείων προεγχειρητικά σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα και ένδειξη καρδιοχειρουργικής επέμβασης. H τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων με χρήση 18F-FDG και ταυτόχρονη υπολογιστική τομογραφία (PET/CT) είναι μία χρήσιμη διαγνωστική μέθοδος σε ασθενείς με υποψία λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας επί διαγνωστικών αμφιβολιών.6 Στην δική μας την περίπτωση επιβεβαίωσε την
παρουσία αποστήματος γύρω από την αορτική προσθετική βαλβίδα όπως επίσης και την παρουσία φλεγμονώδους διεργασίας στο τοίχωμα της ανιούσης θωρακικής αορτής.

Πλεονεκτήματα, μειονεκτήματα, διαγνωστική ακρίβεια κάθε τεχνικής:

Στις μέρες μας η ευαισθησία για την διάγνωση εκβλαστήσεων σε αυτόχθονες και προσθετικές βαλβίδες είναι 70% και 50% αντίστοιχα για το ΤΤΕ και 96% και 92% αντίστοιχα για το ΤΟΕ. Η ειδικότητα και των δύο εξετάσεων είναι υψηλή και φτάνει το 90%. Η αναγνώριση εκβλαστήσεων μπορεί να αποτελέσει μεγάλη πρόκληση σε μία αυτόχθονο βαλβίδα στην οποία προϋπάρχουν βλάβες (π.χ. εκφυλιστική επασβέστωση της βαλβίδας σε ηλικιωμένους
ασθενείς), όπως επίσης και σε προσθετικές βαλβίδες λόγω διαφόρων artifacts από τα υλικά κατασκευής τους. Αν και ειδικότητα της υπερηχοκαρδιογραφίας είναι υψηλή, ψευδώς θετική διάγνωση εκβλαστήσεων μπορεί να συμβεί σε διάφορες περιπτώσεις όπως η παρουσία θρόμβου, η ρήξη τενόντιας χορδής, μυξωματώδης ή εκφυλιστική βλάβη ή ινοελάστωμα βαλβίδων. Σε πρόσφατες μελέτες η ECG-gated αξονική τομογραφία καρδιάς παρουσιάζει ίδια ευαισθησία με αυτήν του ΤΟΕ αναφορικά με την αναγνώριση της περιβαλβιδικής επέκτασης της φλεγμονής, όμως έχει κατώτερη ευαισθησία στην απεικόνιση και αναγνώριση εκβλαστήσεων, όπως και στην ανάδειξη διάτρησης της προσβληθείσας από ενδοκαρδίτιδα βαλβίδας.7,8 Ανεξάρτητα από τα παραπάνω φαίνεται ότι ο συνδυασμός των υπερηχοκαρδιογραφικών εξετάσεων με την αξονική τομογραφία καρδιάς αυξάνει την ευαισθησία στην διάγνωση των βαλβιδικών και περιβαλβιδικών επιπλοκών της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας.9 Περιορισμοί της αξονικής τομογραφίας είναι η έκθεση στην ακτινοβολία, η νεφροτοξικότητα και η μειωμένη διαγνωστική ακρίβεια της εξέτασης σε ασθενείς με ταχυκαρδία, κολπική μαρμαρυγή ή σημαντική εκτακτοσυστολική αρρυθμία. Το PET/CT είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στην διάγνωση της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας προσθετικής
βαλβίδας ή ενδοκαρδίτιδας ενδοκαρδιακών συσκευών με αναφερόμενη ευαισθησία 87% και ειδικότητα 92% σε μια μελέτη 92 τέτοιων ασθενών.10 Ειδικά όταν η διάγνωση είναι αμφίβολη μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά προς την επιβεβαίωση ή απόρριψη της λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας.
Αντίθετα, η χρησιμότητα του σε ασθενείς με υποψία λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας αυτόχθονος βαλβίδας δεν είναι το ίδιο καλή. Ο βασικός περιορισμός του PET/CT είναι ότι έχει μειωμένη ειδικότητα στο χρονικό διάστημα κοντά στην επέμβαση (μη ειδική πρόσληψη του F-FDG λόγω της
μετεγχειρητικής φλεγμονής) και κάποιοι συστήνουν αποφυγή χρήσης της συγκεκριμένης εξέτασης τους 3 πρώτους μήνες μετά την τοποθέτηση του ξένου σώματος. Αντίθετα, η ευαισθησία του μειώνεται αν ο ασθενής λαμβάνει κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή για ικανό χρονικό διάστημα.

Key Learning Points:

Tο διοισοφάγειο υπερηχογράφημα καρδίας αποτελεί το βασικό εργαλείο για την διάγνωση της
ενδοκαρδίτιδας προσθετικής βαλβίδας ή ενδοκαρδιακής συσκευής.
Η ECG-gated CT είναι βοηθητική εξέταση για την απεικόνιση και ακριβή εντόπιση της
περιβαλβιδικής επέκτασης της λοίμωξης καθώς και για την ανίχνευση περιφερικών σηπτικών
εμβόλων. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην απεικόνιση των στεφανιαίων αγγείων
προεγχειρητικά σε ασθενείς με λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα και ένδειξη καρδιοχειρουργικής
επέμβασης.
To PET/CT είναι βοηθητική διαγνωστική μέθοδος όταν υπάρχουν αμφιβολίες στην διάγνωση της
ενδοκαρδίτιδας προσθετικής βαλβίδας ή ενδοκαρδιακής συσκευής.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. G D Birmingham,P S Rahko,F Ballantyne.Improved detection of infective endocarditis with
transesophageal echocardiography.1992 Mar;123(3):774-81.
2. S M Shapiro,E Young,S De Guzman,J Ward,C Y Chiu,L E Ginzton,A S Bayer.Transesophageal
echocardiography in diagnosis of infective endocarditis.1994 Feb;105(2):377-82.
3. Bruce K. Shively,Frank T. Gurule,Carlos A. Roldan,James H.Leggett, and Nelson B.
Schiller.Diagnostic value of transesophageal compared with transthoracic echocardiography in
infective endocarditis. 1991 Aug, 18 (2) 391–397.
4. W E Kemp Jr ,B Citrin,B F Byrd 3rd.Echocardiography in infective endocarditis.1999
Aug;92(8):744-54.
5. Sonia Jacob,Ann T Tong.Role of echocardiography in the diagnosis and management of infective
endocarditis.2002 Sep;17(5):478-85.
6. Gilbert Habib,Patrizio Lancellotti,Manuel J Antunes,Maria Grazia Bongiorni et al.2015 ESC
Guidelines for the management of infective endocarditis: The Task Force for the Management of
Infective Endocarditis of the European Society of Cardiology (ESC)
Endorsed by: European Association for Cardio-Thoracic Surgery (EACTS), the European
Association of Nuclear Medicine (EANM). 2015 Nov;44(36):3075-3128.
7. Weitao Ye,Guanmin Ren,Xiaomei Zhong,Xuhua Jian et al. ECG-gated CT in Aortic Perivalvular
Abscess: Comparison with Transesophageal Echocardiography and Intraoperative Findings. 2020
Nov;297(2):334-341.
8. Gudrun M Feuchtner,Paul Stolzmann,Wolfgang Dichtl,Thomas Schertler, Johannes Bonatti et al.
Multislice computed tomography in infective endocarditis: comparison with transesophageal
echocardiography and intraoperative findings.2009 Feb 3;53(5):436-44.
9. Tomasz Hryniewiecki,Karina Zatorska,Elżbieta Abramczuk,Dariusz Zakrzewski et al. The usefulness
of cardiac CT in the diagnosis of perivalvular complications in patients with infective
endocarditis.2019 Aug;29(8):4368-4376.
10. María N Pizzi,Albert Roque,Nuria Fernández-Hidalgo,Hug Cuéllar-Calabria,Ignacio
Ferreira-González et al. Improving the Diagnosis of Infective Endocarditis in Prosthetic Valves and
Intracardiac Devices With 18F-Fluordeoxyglucose Positron Emission Tomography/Computed
Tomography Angiography: Initial Results at an Infective Endocarditis Referral Center.2015 Sep
22;132(12):1113-26.
11. Larry M.Baddour,Walter R. Wilson,Arnold S.Bayer,Vance G. FowlerJr, Imad M. Tleyjeh et al.
Infective Endocarditis in Adults: Diagnosis, Antimicrobial Therapy, and Management of
Complications. A Scientific Statement for Healthcare Professionals From the American
Heart Association.2015 Sep;132(15):1435-1486.
12. A Roque, M N Pizzi, H Cuéllar-Calàbria, S Aguadé-Bruix . 18 F-FDG-PET/CT Angiography for the
Diagnosis of Infective Endocarditis.2017 Feb;19(2):15.

Ερωτήσεις:

1. Σε ασθενή με μη ειδικά ευρήματα από τον διαθωρακικό υπέρηχο και αρνητική καλλιέργεια
αίματος ποιό ή ποιά από τα παρακάτω ευρήματα θα σας οδηγούσε να υποβάλλετε τον
ασθενή σας σε διοισοφάγειο υπερηχογράφημα καρδίας;
a. Εμμένων εμπύρετο >38C χωρίς ξεκάθαρη εστία
b. Πρωτοεμφανιζόμενος πρώτου βαθμού κολποκοιλιακός αποκλεισμός
c. Νευρολογική σημειολογία.
d. Όλα τα παραπάνω
e. Το b+c
2. Στην περίπτωση μας γιατί πιστεύετε δεν απεικονίστηκε το περιβαλβιδικό απόστημα στην
αξονική τομογραφία;
a. Διότι η αξονική τομογραφία δεν είναι η κατάλληλη τεχνική μέθοδος για την απεικόνιση
των αποστημάτων.
b. Διότι η εξέταση που διενεργήθηκε δεν ήταν τεχνικά σωστή (δεν ήταν ECG-gated)
c. Ο ασθενής μας είχε κολπική μαρμαρυγή
d. Κανένα από τα παραπάνω.
3. Τι από τα παρακάτω ισχύει για την χρήση του PET/CT στην λοιμώδη ενδοκαρδίτιδα
a. Είναι πολύ χρήσιμο επί υποψίας λοιμώδους ενδοκαρδίτιδας αυτόχθονος βαλβίδας όταν
υπάρχει διαγνωστική αμφιβολία.
b. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τεχνική χωρίς περιορισμούς στην ειδικότητα του άμεσα
περιεγχειρητικά
c. Επί λήψης κατάλληλης αντιβιοτικής αγωγής για ικανό χρονικό διάστημα μπορεί να
δώσει ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα
d. Όλα τα παραπάνω